Χαρακτική – Μια σύντομη μελέτη
Σε παρόντα χρόνο με τον όρο Χαρακτική περιγράφουμε την εγχάραξη σχεδίων και συμβόλων σε μια επιφάνεια, η οποία χρησιμεύει ως πλάκα για την παραγωγή αντιτύπων σε χαρτί. Το έργο που δημιουργείται με αυτό τον τρόπο αποκαλείται χαρακτικό. Οι αρχαίοι σφραγιδόλιθοι και οι αρχαίες επιγραφές σε στήλες αποτελούν τα πρώτα χαρακτικά έργα της ανθρωπότητας. Ανάλογα με το είδος της πλάκας γίνεται λόγος για ξυλογραφία, χαλκογραφία και λιθογραφία.
Η παλαιότερη μέθοδος τυπώματος είναι η Ξυλογραφία. Η τέχνη αυτή ήταν γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, οι Ινδοί, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι ήταν οι λαοί που γνώριζαν και χρησιμοποιούσαν την ξυλογραφία ταυτόχρονα με την χαρακτική των μετάλλων. Κατά τον μεσαίωνα η ξυλογραφία χρησιμοποιείται σε σφραγίδες και μονογράμματα και για την αποτύπωση έγχρωμων σχεδίων κυρίως σε υφασμάτινες επιφάνειες. Η πρώτη τυπωμένη εικόνα σε χαρτί χρονολογείται στην Κίνα το 868 μ.Χ. Γρήγορα η τέχνη αυτή πέρασε μέσω των Κορεατών στην Ιαπωνία όπου γνώρισε μεγάλη άνθηση. Στην Ευρώπη οι πρώτοι μύλοι χαρτιού κατασκευάζονται στο τέλος του 14ου αιώνα και τότε γίνονται και οι πρώτες ξυλογραφίες. Αργότερα με την προσθήκη κειμένων που είναι και αυτά χαραγμένα μαζί με την εικόνα, οι ξυλογραφίες γίνονται οι προάγγελοι του τυπωμένου με κινητά στοιχεία βιβλίου. Στην Ελλάδα κάνει την εμφανισή της στα τέλη του 18ου αιώνα και το 1843 αρχίζει να διδάσκεται στο Πολυτεχνικό Σχολείο ή Σχολή των Τεχνών όπως λεγόταν τότε η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών.
Λίγο νεώτερη από την ξυλογραφία, η Χαλκογραφία είναι η μέθοδος της Χαρακτικής με τα πιο πλούσια αποτελέσματα. Έχει την προϊστορία της σε τεχνικές των χρυσοχόων του Μεσαίωνα, αλλά η πρώτη Χαλκογραφία εντοπίζεται στην Ιταλία το 1452. Η χαλκογραφία είναι είδος χαρακτικής, στο οποίο η απεικόνιση είναι ανάγλυφο ή έγγλυφο σχέδιο που δημιουργείται με διάφορους τρόπους επάνω σε πλάκα από χαλκό, ή και από άλλο μέταλλο. Χρησιμοποιείται κυρίως για τη δημιουργία εκτυπώσεων και εικονογραφήσεις βιβλίων. Η γαλλικής προέλευσης λέξη γκραβούρα είναι ένας άλλος κοινός όρος για χαρακτικά έργα (συνήθως χαλκογραφίες). Μέχρι την ανακάλυψη της φωτογραφίας και της εκτύπωσης offset, με την χαρακτική στο χέρι γίνονταν η δημιουργία πλακών για την αναπαραγωγή εικόνων σε βιβλία, γραμματόσημα, κ.λπ. Η χαλκογραφία είναι γνωστή στην Ευρώπη από τον 15ο αιώνα. Πρόγονός της είναι το niello, κράμα χαλκού, μολύβδου και αργύρου, το οποίο έβαζαν οι χρυσοχόοι της Αναγέννησης στα χαράγματά τους, για να φαίνονται πιο εντυπωσιακά τα κοσμήματα πάνω στην επιφάνεια των μετάλλων. Παλαιότερα πίστευαν ότι η χαλκογραφία συνδέεται με ένα τυχαίο περιστατικό: ο Τοσκανός χρυσοχόος του 15ου αιώνα στη Φλωρεντία Μάζο ντι Αντόνιο Φινιγκουέρα (1426-1464), για να δει το αποτύπωμα εικόνας της Ειρήνης, που είχε χαράξει πάνω στο μέταλλο ενός σπαθιού, γέμισε με καπνιά τα σκαλίσματά του, έβρεξε ένα χαρτί και το πίεσε στις χαράξεις. Το αποτύπωμα αυτό ήταν η πρώτη χαλκογραφία.
Η Μεταξοτυπία είναι η νεώτερη μέθοδος εκτύπωσης. Πρόγονό της έχει το στένσιλ, τη μέθοδο που χρησιμοποιούσαν στην Άπω Ανατολή και κυρίως στην Ιαπωνία που γνώριζαν το μετάξι, για να τυπώνουν τα υφάσματα. Η Δύση ενδιαφέρθηκε για τη Μεταξοτυπία στις αρχές του εικοστού αιώνα. Στα χρόνια του μεσοπολέμου αρχίζει να διαδίδεται σε όλες τις χώρες. Κυρίως όμως μετά το 1950 γνωρίζει τη μεγαλύτερη ανάπτυξή της και σήμερα έχει εξαιρετική άνθηση. Ξεκίνησε ως βιομηχανική εφαρμογή και υιοθετήθηκε από Αμερικανούς καλλιτέχνες στις αρχές του 20ου αιώνα. Το κίνημα της Ποπ Αρτ (Pop Art) τη δεκαετία του ΄60 έκανε ευρύτερα γνωστή την τεχνική. Πολλές απ΄ τις πιο γνωστές δουλειές του Άντι Γουόρχολ (Andy Warhol) δημιουργήθηκαν με τη χρήση αυτής της τεχνικής. Πλέον είναι μια δημοφιλής τεχνική τόσο στις Καλές Τέχνες όσο και στη βιομηχανία, στην οποία χρησιμοποιείται κυρίως για εκτύπωση διαφόρων θεμάτων πάνω σε μπλούζες, καπέλα, κεραμικά, γυαλί, πολυουρεθάνη, πολυπροπυλένιο, χαρτί, μέταλλο και ξύλο. Η Μεταξοτυπία συχνά προτιμάται έναντι της κλασικής εκτύπωσης λόγω χαμηλότερου κόστους αλλά και επειδή με αυτή την τεχνική μπορούμε να τυπώσουμε σε μια μεγάλη γκάμα επιφανειών και υλικών.
Από την άλλη γίνεται πάντα λόγος για τη γνησιότητα των χαρακτικών και τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τα αντίτυπα της κάθε σειράς. Ας τα δούμε με τη σειρά. «Ο αριθμός των τελικών αντιτύπων ενός χαρακτικού έργου καθορίζεται από τον ίδιο τον καλλιτέχνη. Σε κάθε αντίτυπο κάτω αριστερά σημειώνεται ο αύξων αριθμός του σε συνδυασμό με τον συνολικό αριθμό των αντιτύπων που τυπώθηκαν. Αν τα αντίτυπα π.χ. είναι 10, η αρίθμηση γίνεται ως εξής: 1/10, 2/10… 10/10, ή Ε.Α./1, Ε.Α./2 (αρχικά του Épreuve d’ Artiste = δοκίμιο του καλλιτέχνη) που είναι τα δοκίμια που τραβήχτηκαν κατά τη διάρκεια της δουλειάς. Δίπλα στα παραπάνω σημειώνεται η τεχνική του έργου. Κάτω δεξιά μπαίνει η υπογραφή του καλλιτέχνη και η ημερομηνία. Υπάρχουν όμως καλλιτέχνες που δεν αριθμούν τα αντίτυπά τους. Αν το έργο έχει τυπωθεί από τον ίδιο τον καλλιτέχνη πρέπει να μπουν τα διακριτικά IMP (αρχικά του impressit = τυπώθηκε). Όταν όμως η εκτύπωση του έργου δεν γίνει από τον ίδιο που χάραξε το έργο αλλά από άλλον, η κάποιο εργαστήριο, τότε το αντίτυπο πρέπει να υπογράφεται ή να σφραγίζεται και από τον εκτυπωτή.»
Ο Γρ. Νιόλης – ζωγράφος και χαράκτης – μας ενημερώνει: «Για να θεωρηθεί ένα έργο γνήσιο χαρακτικό θα πρέπει κάτω αριστερά να αριθμείται μ’ ένα κλάσμα, ο αριθμητής του οποίου δείχνει τον αύξοντα αριθμό και ο παρονομαστής το σύνολο των τυπωμάτων (τιράζ). Κάτω δεξιά υπογράφεται και χρονολογείται και στο κέντρο, κάτω απ’ το θέμα, ο καλλιτέχνης γράφει -αν θέλει- τον τίτλο. Δικαιούται μάλιστα να εκτυπώσει ένα ποσοστό 20% του τιράζ επί πλέον, με την ένδειξη Ε.Α. ή Ε.Ε. ή δοκίμιο και με λατινική αρίθμηση. Οι κανονισμοί αυτοί έχουν ρυθμιστεί σε διεθνή καλλιτεχνικά συνέδρια, για να προστατεύουν τον φιλότεχνο αγοραστή και τον συλλέκτη. Φυσικά ισχύουν από τα τέλη του 19ου αι. κ.ε. διότι π.χ. για τα χαρακτικά του Dürer και για τις χιλιάδες εικονογραφήσεις βιβλίων η γνησιότητα τεκμαίρεται από τις εκτιμήσεις των εμπειρογνωμόνων.»
Κλείνοντας τα ιστορικά ας κρατήσουμε τα λόγια του μεγάλου χαράκτη Γιώργου Βαρλάμου ο οποίος μας θυμίζει ότι δεν είναι η «κουζίνα» της κάθε τεχνικής «που κάνει το έργο τέχνης» αλλά «η μαγική έλξη που ασκεί η θέα του αντιτύπου, η γοητεία που εκπέμπει, η ανεξήγητη γοητεία που αγγίζει το βάθος της ψυχής μας όσο τίποτε άλλο…»
Παρακάτω ακολουθεί αναλυτικά η περιγραφή κάθε μεθόδου ξεχωριστά.
ΞΥΛΟΓΡΑΦΙΑ
Σε μια ξύλινη πλάκα ροκανισμένη για να είναι επίπεδη και λεία ο καλλιτέχνης σχεδιάζει με σινική μελάνη το σχέδιο του. Με τα ειδικά μαχαιράκια και τις γούζες της ξυλογραφίας χαράζοντας αφαιρεί ότι δεν πρέπει να τυπωθεί και αφήνει ανέπαφα αυτά που θέλει να φανούν. Με κύλινδρο απλώνει τυπογραφικό μελάνι στην επιφάνεια του ξύλου ώστε να μελανωθεί ότι εξέχει. Επάνω στη μελανωμένη επιφάνεια τοποθετεί το ειδικό χειροποίητο γιαπωνέζικο χαρτί. Στη συνέχεια τρίβει με προσοχή την πίσω επιφάνεια του χαρτιού με τον τρίφτη (burnissoir), ή τυπώνει στο πιεστήριο. Παίρνει έτσι το αποτύπωμα του χαραγμένου ξύλου. Εκείνο που σχεδιάζεται και χαράζεται επάνω στην πλάκα τυπώνεται αντίστροφα στο χαρτί. Δυο βασικές τεχνικές της Ξυλογραφίας: η χάραξη σε πλάγιο ξύλο, όπου οι πλάκες του ξύλου είναι κομμένες σύμφωνα με την φορά που έχουν οι ίνες του και η χάραξη σε όρθιο ξύλο όπου οι πλάκες προέρχονται από το εγκάρσιο κόψιμο του κορμού των δέντρων. Η πλάκα από όρθιο ξύλο είναι πολύ σκληρή, χαράζεται με το καλέμι, την ονγκλέτα και η χάραξη μπορεί να γίνει εξαιρετικά λεπτή. Στην έγχρωμη ξυλογραφία απαιτούνται τόσες ξύλινες επιφάνειες όσες για να αποδοθούν τα χρώματα του έργου. Ένα είδος έγχρωμης ξυλογραφίας είναι το camaϊeu όπου δυο, το πολύ τρεις πλάκες τυπώνονται σε τόνους του ίδιου χρώματος.
ΧΑΛΚΟΓΡΑΦΙΑ
Αντίθετα από αυτό που γίνεται στην Ξυλογραφία, ο καλλιτέχνης χαράζει τις γραμμές του σχεδίου του πάνω σε μια μεταλλική πλάκα απ’ ευθείας ή με χημικό τρόπο, δηλαδή βαθαίνει ότι θέλει να τυπωθεί στο χαρτί. Η Χαλκογραφία ανήκει στη βαθειά φόρμα εκτύπωσης. Συνήθως η Χαλκογραφία γίνεται σε πλάκες από χαλκό, τσίγκο ή ατσάλι. Ένας από τους τρόπους χάραξης της Χαλκογραφίας είναι το eau-forte, η χάραξη δηλαδή με οξύ. Επάνω στη μεταλλική επιφάνεια, πάχους 1 χιλιοστού περίπου, που είναι καλά γυαλισμένη, περνιέται ένα ειδικό βερνίκι. Αφού στεγνώσει, με τη βοήθεια της πούντας (εργαλείου με μεταλλική μύτη), ο καλλιτέχνης χαράζει το σχέδιό του. Μετά βυθίζει τη χαραγμένη πλάκα σε μια λεκάνη με διάλυμα νιτρικού οξέος και νερού. Το οξύ τρώει όλες τις ακάλυπτες από το βερνίκι γραμμές. Όταν ολοκληρωθεί η οξείδωση, που είναι μια διαδικασία που μπορεί να επαναληφθεί πολλές φορές για την ίδια πλάκα, γιατί όσο βαθύτερη είναι η χάραξη τόσο πιο σκούρο είναι το αποτέλεσμα, η επιφάνεια καθαρίζεται και μελανώνεται. Στη συνέχεια το μελάνι σκουπίζεται καλά για να μείνει μόνο μέσα στις χαραγμένες γραμμές. Τότε η πλάκα μπαίνει στο πιεστήριο και επάνω της τοποθετείται ελαφρά νωπό το χαρτί της εκτύπωσης. Με τις τσόχες και την πίεση που ασκεί ο κύλινδρος του πιεστηρίου τυπώνεται μια Χαλκογραφία. Όταν ο χαράκτης χαράξει απ’ ευθείας το σχέδιο του πάνω στην μεταλλική τριγωνικής διατομής, τότε έχουμε την τεχνική της Χαλκογραφίας που λέγεται taille douce ή χάραξη με burin. Άλλες τεχνικές της Χαλκογραφίας είναι η aquatinta, η pointe sèche, η maniène noire, το vernis mou κ.ά. Μια Χαλκογραφία μπορεί να γίνει με την ανάμειξη πολλών τεχνικών και μπορεί να έχει πολλά χρώματα. Ξεχωρίζει ωστόσο από τις άλλες μεθόδους της Χαρακτικής γιατί το μελάνι εκτύπωσης καθώς έρχεται από το βάθος της χαραγμένης πλάκας κάνει επάνω στην επιφάνεια του χαρτιού ένα λεπτό ανάγλυφο που είναι και η μεγάλη γοητεία του μέσου. Οι άκρες εξάλλου της μεταλλικής πλάκας αφήνουν το αποτύπωμά τους στο χαρτί καδράροντας το έργο.
ΛΙΘΟΓΡΑΦΙΑ
Η αρχή της Λιθογραφίας στηρίζεται στο φυσικό φαινόμενο ότι το λίπος διώχνει το νερό. Επάνω σε μια ειδική πέτρινη πλάκα από ασβεστόλιθο ύψους 510 εκ. που έχει τριφτεί καλά για να είναι επίπεδη, λεία και καθαρή, σχεδιάζεται Σχηματική παράσταση της επίπεδης εκτύπωσης με ειδικό λιπαρό κραγιόνι ή χημική μελάνη αυτό που πρόκειται να τυπωθεί. Το σχέδιο στερεώνεται στην επιφάνεια της πέτρας με διάλυμα αραβικής γόμας και νιτρικού οξέος, η πλάκα
βρέχεται και μελανώνεται με κύλινδρο. Το μελάνι εκτυπώσεως πιάνει μόνο εκεί όπου η πλάκα είναι λιπασμένη με το κραγιόνι ή τη χημική, ενώ στα υπόλοιπα σημεία το νερό εμποδίζει το μελάνι να πιάσει. Τοποθετείται με προσοχή το χαρτί επάνω στη μελανωμένη επιφάνεια και τυπώνεται στο λιθογραφικό πιεστήριο.
ΜΕΤΑΞΟΤΥΠΙΑ
Επάνω σε ένα τελάρο που η επιφάνεια του είναι από μεταξωτή γάζα σκεπάζονται τα μέρη που δεν πρέπει να τυπωθούν. Τοποθετείται κατόπιν το χαρτί κάτω από το τελάρο και περνώντας με ειδική σπάτουλα το μελάνι εκτύπωσης με πίεση πάνω στο τελάρο, τα ακάλυπτα μέρη του σχεδίου αφήνουν το μελάνι να περάσει και να τυπωθεί πάνω στο χαρτί.
Τρεις είναι οι βασικές τεχνικές της Μεταξοτυπίας:
Η μέθοδος στένσιλ: ο καλλιτέχνης κόβει σε ένα πολύ λεπτό χαρτί τις φόρμες του σχεδίου του και το στερεώνει κάτω από την επιφάνεια του τελάρου ώστε το μελάνι να περάσει εκεί που το χαρτί είναι κομμένο.
Η μέθοδος της γόμας: με τη βοήθεια της γόμας ο καλλιτέχνης σχεδιάζει επάνω στην επιφάνεια του τελάρου. Η γόμα κλείνει τους πόρους της γάζας, έτσι ώστε το μελάνι να περάσει από τις ακάλυπτες από τη γόμα περιοχές.
Η μέθοδος μεταφοράς: αφού πρώτα το τελάρο περαστεί με ένα φωτοευαίσθητο μίγμα, ο καλλιτέχνης τοποθετεί επάνω σε αυτό ζελατίνες ή films στα οποία έχει σχεδιάσει και φωτίζει το τελάρο.
Το φως σκληραίνει τη φωτοευαίσθητη ουσία στα ακάλυπτα λευκά μέρη του σχεδίου ενώ αφήνει ανοιχτούς τους πόρους της γάζας στα σημεία που καλύπτονται από τις σχεδιασμένες ζελατίνες. Έτσι μπορεί το μελάνι να περάσει και να τυπωθεί η εικόνα πάνω στο χαρτί.
ΠΗΓΕΣ
Το Γνήσιο Χαρακτικό Έργο, Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος
https://bibliokritiki.wordpress.com/2011/01/23/γιωργησ-δ-βαρλαμοσ-χαρακτικη-
σημειώσ/
http://www.haniotika-nea.gr/i-techni-tis-metaxotipias-ke-pote-ena-charaktiko-ine-
gnisio/
http://graficnotes.blogspot.com/2013/03/blog-post_26.html