“Το Μη Φανερό” Ανδρέας Νικολάου
Την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014, η γκαλερί Εικαστικός Κύκλος παρουσίασε τη νέα δουλειά του ζωγράφου Ανδρέα Νικολάου με τίτλο: «Το Μη Φανερό».
Ο κρυμμένος κόσμος πίσω από τα παραπετάσματα αυτά των προσόψεων είναι το θέμα της καινούριας δουλειάς του Ανδρέα Νικολάου. Ο άνθρωπος που ήταν το κεντρικό θέμα της μέχρι τώρα δουλειάς του ζωγράφου, καταφέρνει – ακόμα και με την απουσία του – να πρωταγωνιστεί ακόμα μια φορά.
Αναγνωρίζουμε νοερά πίσω από τα κλειστά ή ανοιχτά παράθυρα τους ίδιους μας τους εαυτούς να κινούνται, να στέκουν, να πονούν και να χαίρονται μέσα στις δίκες μας φωλιές ή φυλακές που κλείνουν τις ψυχές μας.
Τα πορτρέτα αυτά των σπιτιών είναι φορτισμένα από ανθρώπινα χαρακτηριστικά μα και αισθήματα, μικρά και μεγάλα μυστικά, επιθυμίες εκπληρωμένες και ανεκπλήρωτες μέχρι που φορές θαρρείς ένα δάκρυ είναι έτοιμο να κυλίσει από την άκρη του μικρού παράθυρου.
ΑΝΔΕΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Το Μη Φανερό
Την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014, η γκαλερί Εικαστικός Κύκλος παρουσιάζει τη νέα δουλειά του ζωγράφου Ανδρέα Νικολάου με τίτλο: «Το Μη Φανερό». Ο κρυμμένος κόσμος πίσω από τα παραπετάσματα αυτά των προσόψεων είναι το θέμα της καινούριας δουλειάς του Ανδρέα Νικολάου. Ο άνθρωπος που ήταν το κεντρικό θέμα της μέχρι τώρα δουλειάς του ζωγράφου, καταφέρνει – ακόμα και με την απουσία του – να πρωταγωνιστεί ακόμα μια φορά. Αναγνωρίζουμε νοερά πίσω από τα κλειστά η ανοιχτά παράθυρα τους ίδιους μας τους εαυτούς να κινούνται, να στέκουν, να πονούν και να χαίρονται μέσα στις δίκες μας φωλιές ή φυλακές που κλείνουν τις ψυχές μας. Σ αυτή την εντυπωσιακή καινούργια σειρά έργων του ταλαντούχου ζωγράφου Ανδρέα Νικολάου, γράφει ο Andrew Lambirth, Άγγλος συγγραφέας και επιμελητής πινακοθήκης, συνεργάτης, συντάκτης, του Royal Academy Magazine, ο θεατής ελκύεται αμέσως από την υποτονική παρουσία, την σκοτεινή (και πιθανότατα μελαγχολική) ποιότητα της διάχυτής τους ατμόσφαιρας. Μυστικισμός ή μυστήριο, αρχαίο ή μοντέρνο; Προσεγγίζουμε το έργο του Νικολάου για κάθαρση ή για ανάταση πνεύματος; Μήπως είναι απλά πίνακες νυκτός; Η μήπως αναφέρονται στην σκοτεινή νύχτα της ψυχής; Οι πίνακες αυτοί επιβεβαιώνουν τον πρωταρχικό ρόλο της φαντασίας σε σχέση με τον ανιαρό και άνευ εμπνεύσεως ρεαλισμό τόσης μοντέρνας τέχνης. Όπως έλεγε ο διακεκριμένος ζωγράφος και οραματιστής Cecil Hollins, “τα έργα μου είναι οπτική μουσική για τα βασίλεια της φαντασίας. Κάθε ανθρώπινη ύπαρξη έχει και το μυστικό της, προσωπική ζωή – ανέγγιχτη, προστατευμένη – κερδισμένη από την συλλογική ζωή• και της οποίας κάθε δημόσια ζωή είναι εχθρός” Το ίδιο ισχύει και με το έργο του Ανδρέα Νικολάου, ο οποίος ζωγραφίζει σύγχρονες ποιητικές ιδέες που έχουν τις ρίζες τους στην μεγάλη παράδοση της κλασσικής και Θρησκευτικής εικονογραφίας. Ο Ιστορικός τέχνης Χάρης Καμπουρίδης γράφει ότι οι πίνακες του Ανδρέα Νικολάου μαγνητίζουν το βλέμμα του θεατή και τον οδηγούν αμέσως στον κόσμο τους. Το ενσταντανέ μοιάζει να έχει άκρα κρισιμότητα και ρευστότητα, ωσάν ο ζωγράφος να εισέβαλλε σ’ έναν απόκρυφο κόσμο άλλων διαστάσεων και απέσπασε για λογαριασμό μας το κορυφαίο στιγμιότυπο το οποίο αντικρίζουμε με επίγνωση πλέον, της ιερότητας και της μνημειακότητας του. Κατά κάποιον τρόπο ο θεατής διαισθάνεται ότι διεισδύει στο βάθος των συμβόλων που αντικρίζει, στο σταματημένο χρόνο τους. Το βέβαιο είναι ότι ο ζωγράφος ελέγχει με προσοχή όχι μόνο τα εικαστικά μέσα έκφρασης, αλλά και τα παρεπόμενα νοήματα όσων απεικονίζει. Κατορθώνει έτσι να κρατά κάθε πίνακα στα λιτά, σχεδόν λακωνικά, πλαίσια της υπαινικτικής – αλληγορικής ζωγραφικής και να αποφύγει το εύκολο δρομολόγιο της εικονογράφησης. Η Ιστορικός της Τέχνης-τεχνοκριτικός Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν αναφέρει ότι ο παλμός της ψυχής στα έργα του Ανδρέα Νικολάου δείχνει αποκρυπτογραφημένος, μεσ’ από μια ποιητική έμπνευση και ένα υψηλό σε ποιότητα «metier». Παλμός που ενορχηστρωμένος σε κάθε σύνθεση αυτοδύναμα, ορίζει και σφαιρικά, σε μια διαρκή εξελικτικότητα τις συνθέσεις του στο σύνολό τους. Διαβάζουμε έτσι εξελικτικά εδώ το πολυσήμαντο μήνυμα του καλλιτέχνη και ενθαρρυμένοι από τον ευρηματικά ενορχηστρωμένο ρυθμό του οράματός του, ιχνηλατούμε από την πλευρά μας, τους αντίστοιχους ψυχικούς μας παλμούς. Διεργασία που αποκαλύπτει σε όλο της το εύρος τη χαρισματική επικοινωνία που εμπεδώνει ο Ανδρέας Νικολάου μεσ’ από την αποκρυπτογράφηση αυτής καθεαυτής της Ιδέας του εκάστοτε ερεθίσματός του. «Ιδέα» που μας υποβάλλεται κατεξοχήν ευρηματικά μεσ’ από το χρωστήρα ή καλύτερα μεσ’από την ίδια την «ψυχή» του καλλιτέχνη.
Ο Ιταλός Ιστορικός τέχνης Massimiliano Sardina αναφέρει για την τεχνική του Νικολάου ότι ποτέ δεν καταλήγει σε απλό αναχρονισμό, αλλά καθιερώνει έναν καρποφόρο διάλογο με τις πιο πρόσφατες δημιουργίες στις σύγχρονες εικαστικές τέχνες. Με αποτελεσματική πινελιά, το στυλ του διακρίνεται για τη συνοχή και την ομοιογένεια που είναι παρούσες στα διάφορα έργα του χωρίς υπονόμευση των διακριτικών γνωρισμάτων. Ακραίας σπουδαιότητας είναι η χρήση της σπάτουλας και της τεχνικής της απόξεσης στον πυρήνα του χρώματος, και ειδικότερα η προσήλωση στην επιφάνεια όπου τα σημάδια που μένουν πίσω διακλαδώνονται και μοιάζουν με μυστηριώδη ιδεογράμματα. Έντονες κόκκινες ραβδώσεις συχνά ξεπροβάλουν από το chiaroscuro διάλογο του μαύρου και του λευκού σάμπως και το έργο στάζει το αίμα. Έτσι ένα σύνθετο και προβληματικό καλλιτεχνικό όραμα, που δεν περιπλανιέται ποτέ στα αδιέξοδα συνεχόμενης επανάληψης, ξετυλίγεται, ταλαντευόμενο μεταξύ έντασης και κάθαρσης. Στα έργα ζωγραφικής του, οι αμέτρητες ποικιλίες των χειρονομιών ακολουθά η μια από άλλη και όλες τους προτρέπονται από μια ισχυρή εσωτερική δύναμη που τα βυθίζει στο χώρο.