Πως η μεγάλη συλλογή τέχνης του Φρόυντ επηρέασε τις θεωρίες του
Όταν ο Σίγκμουντ Φρόυντ έφτασε στη ναζιστική Βιέννη το 1938, σε ηλικία 82 ετών, υπήρχε ένα μοναδικό αντικείμενο – από την τεράστια συλλογή του – χωρίς το οποίο δε μπορούσε να σκεφτεί τη ζωή του: ένα Ρωμαϊκό αντίγραφο του 2ου αιώνα μεταλλικό άγαλμα της θεάς Αθηνάς. Για χρόνια, αυτή η γυναικεία θεότητα του λόγου, του πολέμου και της χειροτεχνίας κατέβαλε κεντρική θέση στο γραφείο όπου έγραφε τις πρωτοποριακές θεωρίες του για το ασυνείδητο. Ήταν μια μέσα σε ένα μεγάλο πλήθος από φιγούρες αγαλμάτων που κοιτούσαν τον Αυστριακό γιατρό να εργάζεται καθισμένες πάνω στα ράφια και τα ντουλάπια του γραφείου του.
Εκτός από το γεγονός ότι ήταν συλλέκτης ονείρων, ψυχολογικών συνθηκών και λεκτικών τεχνασμάτων, ο Freud ήταν επίσης ένας άπληστος συλλέκτης αρχαιοτήτων. «Ο ψυχαναλυτής», είπε σε έναν πρώιμο ασθενή που ονομάστηκε περίφημα ο Wolf Man, «όπως και ο αρχαιολόγος στις ανασκαφές του, πρέπει να αποκαλύψει το στρώμα μετά το στρώμα της ψυχής του ασθενούς, προτού φτάσει στους βαθύτερους και πιο πολύτιμους θησαυρούς». Έκανε έτσι αναφορά στα ψυχικά στρώματα των ασθενών του αλλά και στους 2000 φυσικούς θησαυρούς που κατάφερε να συγκεντρώσει από τα αρχαία βασίλεια, την Αίγυπτο, την Ελλάδα, τη Ρώμη και την Ετρουρία.
Ο Φρόυντ άρχισε να συσσωρεύει αυτή την εκτεταμένη συλλογή το 1896 σε μια σημαντική συγκυρία στη ζωή του. Μόλις είχε πεθάνει ο πατέρας του, μόλις είχε ανοίξει το πρώτο του γραφείο και ήταν έτοιμος να ξεκινήσει τη δική του ανάλυση. Βρισκόταν στην αρχή της καριέρας του και υποστήριζε την οικογένεια του χωρίς κανένα εισόδημα που να του επιτρέψει να ξεκινήσει και τη συλλογή του. Έτσι οι πρώτες του αγορές ήταν γύψινα ιταλικά αγάλματα, όπως αυτό του Μιχαήλ Άγγελου ο «Πεθαμένος σκλάβος» έργο περίπου του 1513.
Όσο περνάει ο καιρός το γούστο του γίνεται πιο εκλεπτυσμένο και συλλέγει μόνο πρωτότυπα αντικείμενα από την αρχαιότητα. Είναι ένας κυνηγός θησαυρών στην εμπορική αγορά αρχαιοτήτων της Βιέννης. Έργα τέχνης που κρεμόντουσαν πάνω από τον πλέον διάσημο καναπέ του, και οι ασθενείς του μπορούσαν να θαυμάσουν, ήταν έργα που περιελάμβαναν μια αρχαία ρωμαϊκή ζωφόρο, ένα πορτραίτο μιας αιγυπτικής μούμιας του 3ου αιώνα και μια αναπαραγωγή του Οιδίποδα και της Σφίγγας από τον γάλλο νεοκλασσικό ζωγράφο Jean-August-Dominique Ingres. Τα ελληνικό θέμα του Οιδίποδα, ιδιαίτερα αγαπημένο του Φρόυντ γιατί υπερπηδά τα αινίγματα του ασυνειδήτου και προσφέρει στον γιατρό-ερευνητή την ευκαιρία να μιλήσει για το οιδιπόδειο σύμπλεγμα.
Οι τοίχοι των γραφείων του σε Βιέννη και Λονδίνο προσέφεραν ένα μείγμα υφών και περιόδων τέχνης. “Το στυλ του Freud ήταν προσωπικό,” εξηγεί ο Bryony Davies, βοηθός επιμελητής στο Μουσείο Freud στο Λονδίνο. «Τα αντικείμενά του όλα εμφανίζονται με μοναδικό τρόπο». Οι επιλογές του διατηρήθηκαν στο σπίτι-μουσείο του, τα οποία έμειναν ακριβώς όπως τα είχε διατηρήσει έως το τέλος της ζωής του το 1939. Η Αθηνά ήταν η πρώτη που τοποθετήθηκε στο γραφείο του στο Λονδίνο, κι ύστερα ακολούθησαν και οι υπόλοιπες αρχαιότητες του, χάρη στη βοήθεια και την υπεράσπισή τους από την φίλη και ασθενή του πριγκίπισσα Marie Bonaparte και τη στήριξη του Kunsthistorisches Museum της Βιέννης.
Ενώ οι τοίχοι του ήταν ένα μωσαϊκό με δείγματα όλης του της συλλογής, τα ντουλάπια του ήταν κατανεμημένα και διατεταγμένα και κατηγοριοποιημένα. Στο σπίτι του στο Λονδίνο ένα ράφι μοιράζονται όλα τα αγάλματα του θεού Έρωτα, σε ένα άλλο συγκεντρώνονται τα αιγυπτιακά αντικείμενα ενώ σε ένα τρίτο τα αρχαιοελληνικά. «Αυτό τα κάνει να μοιάζουν τακτοποιημένα με ένα δικό τους συνδυασμό» σημειώνει ο Davies για μια σειρά αντικειμένων που απλά κέντρισαν το ενδιαφέρον του ψυχαναλυτή. «Η πιο αξιοσημείωτη εξαίρεση συμβαίνει στο γραφείο του, εκεί βάζει όλα τα αγαπημένα του αντικείμενα καθώς και τα πρακτικά των μελετών του». Δημιουργώντας έτσι μια παρέα για την Αθηνά από αντικείμενα τόσο αισθητικά όσο και πρακτικά, από μοντέρνα όσο και παλιά. Αιγυπτιακές θεές δίπλα από τα στυλό, και κουτιά πούρων σε απόσταση αναπνοής από την κιζένικη φιγούρα της Δυναστείας των Τάνγκ.
Στο δεξί χέρι του γραφείου του βρίσκεται ένα πολύτιμο αντικείμενο, ένα μαρμάρινο αγαλμάτιο του αρχαίου αιγυπτιακού θεού Thoth. Η Paula Fichtl, η πιστή οικονόμος του Φρόυντ, υπεύθυνη για το ξεσκόνισμα και την ακριβή τοποθέτηση του αγαλματιδίου, θυμάται πως ο γιατρός το χτυπούσε στο κεφάλι ή το χάϊδευε ενώ έγραφε ή σκεφτόταν βαθιά. Ο θεός αυτός έκανε τον Φρόυντ να μαγευτεί από τα ιερογλυφικά. «Ίσως οι σχέσεις μεταξύ των συλλογών του Φρόιντ και του θεωρητικού του έργου αποδεικνύονται σαφέστερα για το ενδιαφέρον του για τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά», δήλωσε ο Stefan Marianski, εκπαιδευτικός του μουσείου. «Συγκρίνει μερικές φορές τα όνειρά του με ιερογλυφικά κείμενα που θα μπορούσαν να αποκρυπτογραφηθούν με τα κατάλληλα εργαλεία».
Οι φιγούρες αυτές του Φρόυντ δείχνουν επίσης μια αλληλεπικάλυψη μεταξύ της συλλογής τέχνης και των ιδεών του. ‘Ενα χάλκινο φυλαχτό του Ιανού, του ρωμαϊκού θεού των αρχών και των τελών, κι ένα χάλκινο δοχείο με το πρόσωπο μιας μαινάδας στη μια πλευρά και ενός σάτυρου στην άλλη είναι δύο αξιοσημείωτα παραδείγματα. Ο διπλοϊσμός ήταν ένα εξέχον μέρος της σκέψης του Φρόιντ και αντικατοπτρίζεται σε πολλές από τις θεωρίες του, μεταξύ των οποίων και οι αρχές ότι η ευχαρίστηση από τη χαρά έναντι της πραγματικότητας, η σχέση ανάμεσα στη λίμπιντο και την επιθετικότητα και τα ένστικτα ζωής και θανάτου, που αναφέρονται ως Έρως και Θανάτος.
Ο Freud περιπλανήθηκε με οπτικές πηγές έμπνευσης που έκαναν την εμφάνιση τους στις χειρόγραφες σελίδες του, περιορίζοντας τα χιλιάδες αντικείμενα που είχε στην αίθουσα που αποτελούσε το χώρο εργασίας του. Το υπόλοιπο σπίτι του ήταν συμβατικά αστικό, διακοσμημένο με οικογενειακές φωτογραφίες και επίπλωση fin-de-siecle. Ο Λύκος επανέλαβε ότι η μελέτη του Φρόιντ δεν είχε το βλέμμα του «γραφείου του γιατρού, αλλά μάλλον της μελέτης του αρχαιολόγου».
Όντας περιτριγυρισμένος από τη συλλογή του επηρεαζόταν και χρησιμοποιούσε γνωστούς αρχαιολογικούς όρους για να εξηγήσει τη διαδικασία του να βυθιστεί στο ασυνείδητο. «Έφτασα σε μια διαδικασία που αργότερα αναβαθμίστηκε σε μέθοδο», γράφει ο Freud την εποχή που άρχισε να συλλέγει. “Η διαδικασία της απομάκρυνσης, στρώματος ανά στρώμα, του παθογόνου ψυχικού υλικού, το οποίο μπορούμε να συγκρίνουμε με την τεχνική της ανασκαφής μιας θαμμένης πόλης”.
Φυσικά, η ψυχανάλυση και η αρχαιολογία δεν είναι ίδιες. “Τα ψυχικά αντικείμενα είναι ασύγκριτα πιο πολύπλοκα από τα υλικά του εκσκαφέα”, σημειώνει στις Κατασκευές στην Ανάλυση (1937). “Η κύρια διαφορά μεταξύ τους έγκειται στο γεγονός ότι για τον αρχαιολόγο η ανασυγκρότηση είναι ο σκοπός και το τέλος των προσπαθειών του, ενώ στην ψυχανάλυση η κατασκευή είναι μόνο προκαταρκτική εργασία.” Η συλλογή φαίνεται να ήταν προκαταρκτική εργασία και για τον Freud. Είχε συγκεντρώσει αυτό που ήταν, σε αυτόν, μια εικονογραφική απεικόνιση ενός αρχαίου παρελθόντος που ασυνείδητα διασπάστηκε στη συλλογική μας σύγχρονη ψυχή. Αλλά η δουλειά δεν τελείωσε στο να φέρει τα μπιχλιμπίδια του στο σπίτι – ήταν εκεί που έδωσαν νέες έννοιες για να εξηγήσουν την σημερινή ύπαρξή μας.
Ελεύθερη απόδοση του άρθρου της Karen Chernick για το artsy.net