Le Corbusier & Charles Rennie Mackintosh
Μια μικρή αναφορά στις ζωές δύο σπουδαίων αρχιτεκτόνων, σχεδιαστών αλλά και ζωγράφων. Ο Le Corbusier και ο Mackintosh θεωρούνται δυο ηγετικές φιγούρες στον ευρύτερο κόσμο του σχεδιασμού και της τέχνης.
Δυο άνθρωποι που στιγμάτισαν το αστικό πεδίο και όχι μόνο του 20 ου αιώνα.
Ο Ελβετός Le Corbusier και ζωγράφος, ο οποίος μαζί με τον Frank Lloyd Wright, τον Walter Gropius και τον Mies van der Rohe θεωρούνται ένας από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα. Ο γεννημένος ως Charles-Édouard Jeanneret στις 6 Οκτωβρίου 1887 στο La Chaux-de-Fonds της Ελβετίας σπούδασε εικαστική τέχνη και, ως ζωγράφος, είχε αρχικά τραβήξει τον κυβισμό πριν τον απορρίψει για να συνυπάρξει το κίνημα του Πουριτισμού.
Τα σχέδια του συνδυάζουν τη λειτουργικότητα (φανξιοναλισμός) του Μοντέρνου Κινήματος και έναν τολμηρό Πλαστικό Εξπρεσιονισμό. Ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε εσκεμμένα το μπετόν αρμέ μιας και ικανοποιούσε την τάση του για τον ασκητισμό και τις γλυπτικές φόρμες. Σε όλη του τη ζωή τον χαρακτήριζε η αυστηρότητα και ο πουριτανισμός του προτεσταντικού περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσε στη μικρή ορεινή κωμόπολη της ορεινής Ελβετικής περιοχής του Ιούρα.
Σταμάτησε τη στοιχειώδη εκπαίδευση του στα 13 του, αργότερα βρήκε τον ένα και μοναδικό δάσκαλο που είχε και του δίδαξε Ιστορία της Τέχνης, έπειτα ταξίδεψε, συμπλήρωσε τρία χρόνια σπουδών και άδραξε την ευκαιρία να γίνει αυτοδίδακτος αρχιτέκτονας.
“Το έχω πει”, έγραψε, “ότι τα υλικά για την οικοδόμηση μιας πόλης είναι ο ουρανός, ο χώρος, τα δέντρα, το ατσάλι και το τσιμέντο, με αυτή τη σειρά και ιεράρχηση”.
Η βίλα Σαβουά (Villa Savoye, 1929-1931) στο προάστιο Πουασύ του Παρισιού θεωρείται πως συνοψίζει περισσότερο ικανοποιητικά τα πέντε σημεία της αρχιτεκτονικής του, όπως τα είχε εκθέσει ο ίδιος στο περιοδικό Νέο Πνεύμα και τα οποία ξεκίνησε να αναπτύσσει από τις αρχές της δεκαετίας του ’20. Πρώτα, ο Λε Κορμπυζιέ ανύψωσε τον όγκο της κατασκευής από το έδαφος, που υποστηριζόταν από τις πιλοτές, με ενισχυμένες στήλες. Αυτές οι πιλοτές, σε ότι αφορά την παροχή της δομικής υποστήριξης για το σπίτι, του επέτρεψαν να τονίσει δύο ακόμα σημεία: μια ελεύθερη πρόσοψη, δηλαδή με τοίχους χωρίς υποστήριξη, που θα μπορούσαν να σχεδιαστούν όπως ο αρχιτέκτονας επιθυμεί, και ένα ανοικτό σχέδιο ορόφων, που σημαίνει ότι ο χώρος κάθε ορόφου ήταν ελεύθερος να διαμορφωθεί σε δωμάτια, χωρίς ανησυχία για την υποστήριξη των τοίχων. Το δεύτερο πάτωμα της βίλας Σαβουά περιλαμβάνει μακριές λωρίδες παραθύρων που επιτρέπουν τη θέα του περιβάλλοντος κήπου, στοιχείο που αποτελεί το τέταρτο σημείο της αρχιτεκτονικής του. Μια κεκλιμένη ράμπα που ανέρχεται από το επίπεδο του εδάφους στην ταράτσα του τρίτου ορόφου (το πέμπτο σημείο) επιτρέπει έναν «αρχιτεκτονικό περίπατο» μέσα στο κτίριο. Το άσπρο σωληνοειδές κιγκλίδωμα υπενθυμίζει το σχέδιο κρουαζιερόπλοιου που ο Λε Κορμπυζιέ θαύμαζε πολύ.
Ο Λε Κορμπυζιέ έφυγε από τη ζωή στις 27 Αυγούστου του 1965, σε ηλικία 78 ετών,
από καρδιακή προσβολή ενώ κολυμπούσε.
Ο Τσαρλς Ρένι Μάκιντος (Charles Rennie Mackintosh, 7 Ιουνίου 1868 – 10 Δεκεμβρίου 1928) ήταν Σκωτσέζος αρχιτέκτονας, ζωγράφος και σχεδιαστής. Η καλλιτεχνική του προσέγγιση είχε πολλά κοινά με τον ευρωπαϊκό συμβολισμό. Το έργο του, παράλληλα με τη δουλειά της συζύγου του Margaret Macdonald, επηρέασε τα ευρωπαϊκά σχεδιαστικά κινήματα, όπως η Art Nouveau και ο Secesionism. Γεννήθηκε στη Γλασκώβη το 1868.
Το 1884 ξεκίνησε ως μαθητευόμενος δίπλα στον Τζον Χάτσινσον και άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα τα απογεύματα στο School of Art της Γλασκώβης. Το 1889 έγινε βοηθός στο αρχιτεκτονικό γραφείο των Honeyman & Keppie. Ταυτόχρονα, εγγράφεται στο School of Art της Γλασκώβης. Η δεκαετία του 1890 ήταν μια δεκαετία μάθησης και ανάπτυξης για τον Μάκιντος, όπου συνέχισε την αρχιτεκτονική του εκπαίδευση, ταξίδεψε στην Ιταλία πριν ακόμα τελειώσει με την πρακτική του, καθώς κέρδισε μια υποτροφία, παρακολούθησε και έδωσε διαλέξεις και δημιούργησε νέες φιλίες οι οποίες τον βοήθησαν στην μετέπειτα πορεία του.
Με μια φιλοσοφία πάνω στο design βαθιά ριζωμένη στη σκωτσέζικη παράδοση, ο Μάκιντος παρέβλεψε την αρχιτεκτονική της Ελλάδας και της Ρώμης ως ακατάλληλη για το κλίμα ή τις ανάγκες της Σκωτίας. Πίστευε ότι η αναγέννηση του Σκωτσέζικου Βαρονικού στυλ, προσαρμοσμένο πάντα στην σύγχρονη κοινωνία, θα εξυπηρετούσε σύγχρονες ανάγκες για την εποχή. Τα κτίρια του είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής του της άποψης. Ο Μάκιντος δημιούργησε κτίρια αξιοπρόσεκτα για την κομψότητα και τη διαύγεια των χαρακτηριστικών που ορίζουν τους χώρους τους, για την επιδέξια εκμετάλλευση του φυσικού και τεχνητού φωτισμού τους και τέλος, για τις επιτήδειες λεπτομέρειες τους.
Πίστευε ότι η κάθε κατασκευή design έπρεπε να λειτουργεί σαν μια ολότητα, στην οποία το κάθε επιμέρους στοιχείο, η κάθε λεπτομέρεια που θα εφευρίσκονταν έπρεπε να συνεισφέρει στη γενική λειτουργία του αντικειμένου ή κτιρίου. Ο καλλιτέχνης μπορεί να έχει μια πλούσια φυσική οργάνωση, μια εύκολη αντίληψη και μια ξεκάθαρη ματιά για τα ουσιώδη (μια μεγάλη γκάμα από δεξιότητες). Αυτό όμως που τον χαρακτηρίζει πάνω απ’ όλα και προσδιορίζει το επάγγελμα του, είναι η εξαιρετική ανάπτυξη των ευφάνταστων ικανοτήτων του, ειδικότερα η φαντασία η οποία δημιουργεί, όχι μόνο η φαντασία που αναπαριστά.
Η δύναμη η οποία κατέχει ο καλλιτέχνης στο να αναπαριστά αντικείμενα, εξηγεί τον γεμάτο αυταπάτες χαρακτήρα της δουλειάς του, η ποίηση η οποία διαπνέει τα αντικείμενα και η τάση που έχουν προς το συμβολισμό. Παρόλα αυτά, η δημιουργική φαντασία είναι πολύ πιο σημαντική. Ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να επιτύχει την υπεροχή στην τέχνη του, αν δεν είναι προικισμένος με την ικανότητα της εφεύρεσης στον ύψιστο της βαθμό. Γεννήθηκε στη Γλασκώβη και πέθανε στο Λονδίνο.