Ο Picasso που ήταν, και δε θα μπορούσε σήμερα να είναι!
Ο γεννημένος το 1881 στη Μάλαγα νεαρός Πάμπλο έδειξε σε όλους τα σημάδια της ξεχωριστής – με κάθε πιθανό πρόσημο – προσωπικότητας του εγκαίρως, κληρονομώντας μας σήμερα έναν πλούτο που άλλοι δεν κατάφεραν να αποτυπώσουν ούτε σε δυο ζωές. Πολλά έχουν γραφτεί, ειπωθεί, στοιχειωθετηθεί, ερευνηθεί και άλλα ενδιαφέροντα ρήματα για το έργο του και την επίδραση που είχε στην Τέχνη. Έχει όμως μέσα στα χρόνια ιδιαιτέρως αποσιωπηθεί και χειρουργικά αφαιρεθεί ο πολιτικός ρόλος της τέχνης του. Η Γουέρνικα λένε πως μιλάει για την ειρήνη, η Γκουέρνικα είναι η πόλη που κάηκε από τους ναζί, είναι οι κραυγές του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου που ακούγονται ακόμα σε όλο τον κόσμο. Ο Πάμπλο Πικάσο, μεταξύ άλλων, υπήρξε ένας φανερός κομμουνιστής και αντιφασίστας από τα πρώτα χρόνια της ζωής του είτε το γνώριζε συνειδητά είτε όχι.
Μετά τις σπουδές του στη Μαδρίτη, το 1900, ο Πάμπλο ταξιδεύει στο Παρίσι, σε μια πόλη που ο διαφωτισμός επικρατεί ακόμα, κι εκεί με τον αναρχικό φίλο του Francisco de Asis Soler ιδρύουν το περιοδικό Arte Joven (Νέα Τέχνη). Το νέο εδώ είναι πως ο νεαρός Πικάσο κερδίζει την εύνοια των διάσημων συλλεκτών και των κύκλων τους ενώ συνάπτει φιλίες με όλα τα προοδευτικά μυαλά του Παρισιού. Μέσα στα επόμενα χρόνια συναντά και συνδιαλέγεται με τα μεγαλύτερα μυαλά της διανόησης, ονόματα όπως ο Μπρετόν, ο Απολιναίρ, ο Ματίζ, ο Μπρακ, ο Κοκτώ, ο Σατί, ο Στραβίνσκι είναι μόνο μερικά από αυτά. Ο έξυπνος ισπανός κερδίζει έδαφος και με βάση το ταπεραμέντο του νότου που κουβαλά αξιοποιεί όλες τις πληροφορίες με τον πόθο ενός κόσμου καλύτερου. Το 1937 δημιουργεί την Γκερνίκα για το περίπτερο των Δημοκρατικών. Αυτός ο μεγάλος καμβάς περιγράφει την απανθρωπιά, τη βιαιότητα και την απόγνωση του πολέμου. Εφτά χρόνια αργότερα εγγράφεται στο Κομουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας και ίσως πιο έντονα από ποτέ οι «διανοούμενοι» κύκλοι μέσα στους οποίους έχουν παρεισφρήσει στενόμυαλα όντα προσπαθούν να τον προωθήσουν περισσότερο ως μπον βιβέρ παρά ως έναν άνθρωπο που διαρκώς αναζητούσε κάτι. Η Γκερνίκα έμεινε κρεμασμένη στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης, για πολλά χρόνια και ο Πικάσο είχε δηλώσει πως δε θα επέστρεφε στην Ισπανία προτού αποκατασταθεί πλήρως η δημοκρατία. Το 1981 η Γκερνίκα επιστράφηκε στην Ισπανία και εκτέθηκε αρχικά στο Casón del Buen Retiro και κατόπιν στο Μουσείο ντελ Πράδο, ενώ από το 1992 βρίσκεται στο Εθνικό Μουσείο Τέχνης στη Μαδρίτη.
Το 1944 δηλώνει στον Πολ Γκαγιάρ τα εξής: «Η εγγραφή μου στο Κομουνιστικό Κόμμα είναι η λογική κατάληξη όλης της ζωής μου. Αυτά τα χρόνια τρομερής καταπίεσης μού απέδειξαν ότι χρειάζεται να αγωνιζόμαστε όχι μόνο για την τέχνη μας, αλλά με ολόκληρο το είναι μας… Ήμουν πάντα ένας εξόριστος, τώρα έπαψα να είμαι. Μέχρις ότου η Ισπανία να μπορέσει να με δεχτεί, το Γαλλικό Κομουνιστικό Κόμμα μού ανοίγει την αγκαλιά του. Ξαναβρήκα αυτούς που εκτιμώ περισσότερο, τους μεγαλύτερους επιστήμονες, τους μεγαλύτερους ποιητές, τα ωραία πρόσωπα των οπλισμένων Παριζιάνων που συνάντησα τις μέρες του Αυγούστου. Είναι αδέλφια μου».
Αυτή τη δέσμευση δε την διέψευσε ποτέ. Η στήριξη του στο πρόσωπο του Νίκου Μπελογιάννη, στη μικρή μας Ελλάδα, αργότερα στο Μανώλη Γλέζο, πάλι στη μικρή μας φωτεινή Ελλάδα. Το 1956 σε μια συνέντευξη του που ένας αμερικάνος προσπαθούσε να βγάλει το κάτι παραπάνω από τον ιδιοφυή Πάμπλο, εκείνος του απάντησε: «Για ακούστε, εγώ δεν είμαι πολιτικός. Τεχνικά, δεν καταλαβαίνω από πολιτική. Όμως ο κομουνισμός υπερασπίζεται το ίδιο το δικό μου ιδανικό, και εγώ πιστεύω ότι εργάζεται για να το υλοποιήσει». […]
Η Γκερνίκα και η πολιτική ταυτότητα του Πάμπλο είναι ένα δομικό στοίχειο στην ιστορία της τέχνης και αποτελεί μια ταυτότητα για τους νέους ακόμα και σήμερα. Μέσα από τα δικά του σύμβολα προσπαθούσε να μάθει στο λαό να βλέπει, δεν είναι τυχαίο άλλωστε που όταν ο Φαντέγιεφ τον ρώτησε γιατί το κάνει εκείνος απάντησε συσχετίζοντας δυο δομικά στοιχεία της κοινωνίας, την εκπαίδευση και την πολιτική.
«Εσείς ξέρατε να διαβάζετε από όταν γεννηθήκατε;».
«Όχι, μου το έμαθαν στο σχολείο».
«Ε, λοιπόν, μέχρις ότου αρχίσουν να διδάσκουν την ανάγνωση της ζωγραφικής στο σχολείο, ο λαός δεν θα καταλάβει».
«Τι θαρρείτε πως είναι ο καλλιτέχνης;», έλεγε ο Πικάσο, «Ένας ηλίθιος που έχει μάτια μόνο αν είναι ζωγράφος, αυτιά μόνο αν είναι μουσικός, ή μια λύρα σε κάθε γωνιά της καρδιάς του μόνο αν είναι ποιητής, ή μόνο μπράτσα αν είναι πυγμάχος; Κάθε άλλο: Είναι ταυτόχρονα ένα πολιτικό ον που ευαισθητοποιείται διαρκώς από τα θλιβερά, τα παράφορα ή τα ευχάριστα που συμβαίνουν στον κόσμο και διαπλάθεται απόλυτα καθ’ ομοίωσή τους…».
Είναι γεγονός ότι ο Πικάσο είναι πολύ μεγάλος και πολύ χρήσιμος για τα κομουνιστικά κόμματα της Γαλλίας και της Ισπανίας. Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου συμμετείχε με πίστη στα Συνέδρια για την ειρήνη: «Είμαι υπέρ της ειρήνης ενάντια στον πόλεμο, για τη ζωή ενάντια στον θάνατο». Το 1949 θα χαρίσει στο κομουνιστικό κίνημα το νέο του σύμβολο, την αντι-Guernica, το λευκό περιστέρι της ειρήνης, απαλό, γλυκό, λίγο παχουλό, που θα το ξαναβρούμε πάνω σε πιάτα και μαντίλια, σε πόστερ και πετσετάκια.
Σε αντίθεση με άλλους, ίσως εξίσου μεγάλους καλλιτέχνες της εποχής του, ο Πικάσο δεν ντράπηκε ποτέ για την πολιτική του ταυτότητα και κινήθηκε μέσα στο πλαίσιο της με την αγνότητα ενός παιδιού που κάθε βήμα δεν είναι στρατηγικά καθορισμένο από πριν αλλά μια ακόμα εμπειρία προς βίωση. Χρησιμοποιήσε το μοναδικό του ταλέντο, την τέχνη του, για να καταδικάσει όχι κάνοντας προπαγάνδα αλλά επειδή ο ίδιος πρώτα είχε βιώσει την πληγή, είχε πονέσει η ψυχή του και εξέφρασε τον πόνο, την ελπίδα, την ελευθερία, τη δικαιοσύνη σε ένα κομμάτι καμβά. Αυτό τον καθιστά τον μεγαλύτερο καλλιτέχνη της σύγχρονης ιστορίας. Η ειλικρίνεια με την οποία μιλούσε από μέσα του προς το μέσα μας. «Δεν ζωγραφίζω αυτό που βλέπω αλλά αυτό που σκέφτομαι» είχε δηλώσει ο ίδιος. Ένα σκεπτόμενο παιδί που εκπαιδευόταν καθημερινά και όπως συμβαίνει με τα «παιδιά» μας διδάσκουν καθημερινά. Το ήξερε όταν κραύγαζε «αφήστε με να ζωγραφίσω σαν παιδί», κι όχι επειδή του έλειπε η γνώση και η τεχνική αλλά επειδή με έναν ενστικτώδη τρόπο γνώριζε ποιες γραμμές θα φτάσουν πιο κοντά στις ψυχές των ανθρώπων.
Κλείνοντας σκέφτομαι πως ο Πάμπλο Πικάσο έζησε στα χρόνια που έπρεπε να ζήσει, σήμερα δεν είμαι τόσο σίγουρη ότι θα του επιτρεπόταν να είναι αυθάδης, δημιουργικός, αστείρευτος, ανοριότος, politically incorrect και τελικά κομμουνιστής. Εκείνα τα έντονα χρόνια επέτρεψαν στις μεγάλες προσωπικότητες να συμβολίσουν και να αναταράξουν τα έως τότε δομικά στοιχεία των κοινωνιών μας, της ίδια της Δύσης. Σήμερα θα είχαν παραπεμφθεί σε δίκες και λογιών λογιών πρωτοσέλιδα. Αυτοί όμως, οι α-πλαισίωτοι δημιουργοί ταράζουν ακόμα τις καρδιές μας και κοσμούν τα μεγαλύτερα μουσεία μας ενώ εμείς προσπαθούμε να τους γυαλίσουμε και να τους στρογγυλέψουμε κάθε σημείο αιχμής που δεν καταλαβαίνουμε προκειμένου να μην αναγκαστούμε τελικά να καταλάβουμε και ποτέ.
Rima Lyma