Γιατί ακόμα «ρομαντικοποιούμε» καλλιτέχνες που συμπεριφέρονται απαίσια;
Για να είναι κανείς σπουδαίος στις τέχνες, πρέπει να είναι τρομακτικός στα “του οίκου”;
Οι δουλειές του Pablo Picasso «απαιτούσαν ανθρώπινες θυσίες», γράφει η εγγονή του Marina στα απομνημονεύματα της. «Κανείς στην οικογένεια μου δεν κατάφερε να ξεφύγει από τη δική του «στραγγαλιστική» παρουσία… Χρειαζόταν αίμα για να υπογράφει κάθε πίνακα του».
Bruce Bernard |
Lucian Freud with two portraits of Leigh Bowery, 1990 Phillips
Ή μελετήστε τον Lucian Freud, γνωστό για τα μελαγχολικά και μοναχικά του πορτραίτα, στα οποία ήταν ο ίδιος η αιτία της τόσης μελαγχολίας και απομόνωσης πέρα από τους ίδιους τους πίνακες του, έχοντας τουλάχιστον 14 παιδιά με τα οποία δεν ασχολήθηκε ποτέ ιδιαίτερα. Μια κόρη του, η Lucy, μίλησε σε μια βρετανική εφημερίδα για τις αποπειρές της να συνδεθεί με αυτό τον σπουδαίο άντρα: «Τον κάλεσα στο γάμο μου γιατί σκέφτηκα, είναι πατέρας, αλλά ούτε τότε ήταν!». Ο Freud δεν απάντησε καν.
Δεν είναι μόνο οι ζωγράφοι – ρωτήστε κι εκείνους που ζουν ανάμεσα σε κινηματογραφιστές, μουσικούς και συγγραφείς. Οι σπουδαίοι δεν είναι πάντα καταστροφικοί εγωιστές, αλλά ένας μεγάλος αριθμός αυτών έχουν έστω υπάρξει. Το οποίο δημιουργεί μια ανησυχητική ερώτηση: Θα μπορούσε η κακή συμπεριφορά να κάνει την τέχνη καλύτερη;
Terry Richardson |
Failing Upwards, 2015
Perrotin
Για να γίνω σαφής, δεν προτείνω ότι η κακή σεξουαλική συμπεριφορά στην οποία μπορεί να εκτεθεί κάποιος παίζει τον παραμικρό ρόλο στην παραγωγή εξαιρετικών έργων. Τέτοιες περιπτώσεις αφορούν την κατάχρηση εξουσίας, ποτέ την επιδίωξη δημιουργίας τέχνης. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι τέτοιες συμπεριφορές που μας απωθούν διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην κουλτούρα μας.
Κάποιοι συνδέουν το ανούσιο μυαλό με τη δημιουργικότητα, λες και η χαοτική ζωή που ζουν λειτουργεί ως απόδειξη του «δώρου» που κατέχουν. Αλλά το χάος δεν κάνει μεγάλη τέχνη. Αντίθετα, πουλάει τον καλλιτέχνη ως μεγάλο έργο τέχνης.
Ο «αγριάνθρωπος» είναι αυτό που καταβροχθίζουμε στις βιογραφίες των καλλιτεχνών, όπως θαυμάζουμε τους μαφιόζους στην οθόνη. Εμείς που υποτασσόμαστε στους κανόνες της κοινωνίας, καταπιέζοντας τον φυσικό εγωισμό, βλέπουμε τους παράνομους με μια υπερβολή θαυμασμού. Εκτελούν τις φαντασιώσεις μας, αμφισβητώντας τους κανόνες, κερδίζοντας παράλληλα το σεβασμό. Κανείς δεν απολαμβάνει έναν καλλιτέχνη με καλή συμπεριφορά.
Άλλο ένα πλεονέκτημα για τη ζοφερή προσωπική συμπεριφορά είναι ότι, δυστυχώς, μπορεί να βοηθήσει στην παραγωγή – επιβάλλοντας στο σύζυγο να αναθρέψει τα παιδιά, ή να τα χρησιμοποιήσει για να απορροφήσουν τις διαθέσεις του ή απλά να απορρίψει όσους δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα του. Οι άντρες καλλιτέχνες έχουν εξαπλωθεί με αυτό τον τρόπο εδώ και αιώνες, μετατρέποντας τους αγαπημένους τους σε υλικά. Είναι ένας από τους λόγους στο γιατί οι γυναίκες σπάνια συμπεριλήφθηκαν στους σπουδαίους καλλιτέχνες. Δε τους χορηγήθηκε ποτέ τέτοια ηθική ασυλία.
Φυσικά, οι αδίστακτοι τύποι βλάπτουν τις ανώτερες βαθμίδες οποιουδήποτε ανταγωνιστικού πεδίου, είτε πρόκειται για πολιτική είτε για ακαδημαϊκούς ή επιχειρηματικούς σκοπούς. Αλλά σε τέτοια επαγγέλματα, οι άγριοι εγωιστές είναι περιφρονημένοι εάν εκδηλωθούν οι προσωπικές τους σκληρότητες. Αυτό δε συμβαίνει στον κόσμο της τέχνης. Οι διάβολοι της γίνονται οι κοσμικοί μας άγιοι.
Left: Eugne Henri Paul Gauguin (1848-1903), French painter born in Paris (France). Ca. 1885. (Photo by adoc-photos/Corbis via Getty Images)
Right: Yousuf Karsh | Pablo Picasso, 1954 A Gallery for Fine Photography
Απλά εξετάστε τι γλώσσα χρησιμοποιούμε όταν συζητάμε για τους σπουδαίους καλλιτέχνες: Ένα τέτοιο είδωλο ακολουθεί ένα όραμα, βρίσκει φωνή, κάνει μια πορεία παρά την αποθάρρυνση από τα «κατώτερα» μυαλά – κι έτσι αποδεικνύεται σωστός από τη γέννηση του. Αλλά όποιος έχει παρατηρήσει πολλούς σοβαρούς καλλιτέχνες στη δουλειά τους μπορεί να βεβαιώσει ότι λίγο έχει να κάνει με την έμπνευση και περισσότερο με την πεισματική δουλειά. Επίσης, όσοι κάνουν κάτι δημιουργικό ενδιαφέρονται πολύ για το τι νομίζουν οι άλλοι. Ή γιατί να μάχεσαι για μια δουλειά η ουσία της οποίας επικοινωνεί με αγνώστους κυρίως; Οι πραγματικά αδιάφοροι δε θα έδειχναν τα έργα τους. Το οποίο σημαίνει ότι δε θα ακούγαμε ποτέ για αυτούς.
Οι βιομηχανίες του πολιτισμού έχουν μερίδιο ευθύνης στη διαιώνιση αυτών των μύθων, επειδή ένα είδωλο είναι ανεκτίμητο για το marketing. Είναι διαβολικά δύσκολο να πουλήσει μόνο το προϊόν κανείς. Κοιτάξτε γύρω:Η δημοσιότητα σχεδόν όλων των μορφών τέχνης είναι δεύτερο συστατικό της ύπαρξης τους. Μιλάμε για τον κατασκευαστή, για την προέλευση του έργου. Για όλα εκτός από αυτά που θέλει να πει το ίδιο και για τα οποία δημιουργήθηκε.
Είμαστε πρόθυμοι να παραδεχτούμε ότι, στην εποχή μας, η καλλιτεχνική δόξα μπορεί να κερδιθεί από μικροσκοπικούς παράγοντες: την προστασία, την προσωπική γοητεία, την ιδιοφυΐα των φίλων, το που γεννήθηκες κάποιος, το σε ποια τάξη γεννήθηκε. Από την άλλη μεριά, προσκρούουμε σε μια παράξενη πίστη ότι η καλύτερη δουλειά τελικά θα βρει τη σωστή της θέση.
Left: Beatniks assis sur des marches de Picadilly Circus écoutant et jouant de la musique, à Londres, Royaume-Uni, le 19 août 1969. (Photo by KEYSTONE-FRANCE/Gamma-Rapho via Getty Images)
Right: Chuck Close Self-Portrait, 2000 Contessa Gallery
Αλλά γιατί; Με ποιο θαύμα οι επόμενες γενιές θα αποκτήσουν σαφήνεια κρίσης που θα ξεφεύγει από τη δική μας; Ναι θα είναι απαλλαγμένοι από τις δικές μας νοοτροπίες – αλλά θα έχουν τις δικές τους. Και το διαθέσιμο φάσμα προς κρίση που διατίθεται σε μουσεία, βιβλιοπωλεία και αίθουσες συναυλιών έχει ήδη μαζευτεί από «σκουπιδοτόπους» ενώ η επόμενη γενιά υποτίθεται ότι θα βλέπει πέρα από αυτούς. Ωστόσο, προτιμάμε τα ευτυχή συμπεράσματα, οπότε εργαζόμαστε κοιτώντας πίσω στην ιστορία έως ότου να βρούμε ένα.
Ο πολιτισμός – ένα πεδίο με δέος για το αυθεντικό – περιέχει τόση ψευδαίσθηση. Και η ιστορία του παραλόγου του μετράει ήδη αρκετούς αιώνες.
Δεδομένου ότι η δημιουργία τέχνης μετράει περισσότερα χρόνια από την καταγραφή της, μπορούμε μόνο να υποθέσουμε πως οι προϊστορικοί άνθρωποι έβλεπαν τους καλλιτέχνες. Ξέρουμε ότι τα πρώτα αντικείμενα χρησιμοποιούνταν σε ιερές τελετουργίες, οπότε ίσως οι δημιουργοί τους θεωρούνταν μαγικά όντα. Κατά την κλασσική αρχαιότητα οι ποιητές χαίραν προσοχής ενώ οι εικαστικοί καλλιτέχνες κατέλαβαν μια θέση χαμηλότερου επιπέδου. «Καθένας τιμά τις θεϊκές εικόνες, προσεύχεται και θυσιάζει σε αυτές» δήλωσε ο ρωμαϊκός φιλόσοφος Σενέκας «όμως περιφρονεί τους γλύπτες που τις δημιούργησαν».
Με την Αναγέννηση, όμως, όλα άλλαξαν. Το 1550 εκδίδεται το βιβλίο «Οι ζωές των καλλιτέχνων» του Giorgio Vasari. Ο Vasari “αλάτισε” τις μικρές βιογραφίες με κουτσομπολιά: ο Μιχαήλ Άγγελος παίρνει τον αέρα του αντιπάλι του, ο Piero di Cosimo είναι ένας αγκαλίτσας που επιβιώνει με βραστά αυτά, ο Raphael πέφτει «νεκρός» μετά από περιόδους έντονου sex. Οι ιστορίες ήταν γεμάτες σφάλματα. Κι αυτό όμως, δημιούργησε ένα πρότυπο.
Άλλη μια στροφή έρχεται στις αρχές της δεκαετίας του 1800, μια εποχή όπου καλλιτέχνες έμεναν στη Γαλλία συχνά σε φτωχές γειτονιές που κατοικούνταν από Ρομά – γνωστούς ως τσιγγάνους αλλιώς – οι οποίοι ήταν συνδεδεμένοι με τα ζωικά ένστικτα, τον σεξουαλικό απελευθερωτισμό και μια υποτιθέμενη καταγωγή από την τσέχικη Βοημία. Όλα αυτά ήταν ψεύτικα. Όμως τέτοιοι θρύλοι ακτινοβολούσαν μέσα στις τέχνες, κάνοντας αδυσώπητο αγώνα για την απόλυτη αναγνώριση του παραμυθιού ως καθοριστικό στην τέχνη.
Αιώνες τώρα, οι φαντασιώσεις του μποέμ δε μας εγκατέλειψαν. Κάθε νέα γενιά φαίνεται να τις ανακαλύπτει ξανά από τους καλλιτέχνες του Παρισιού στη δεκαετία του ’20, μέσω των beat ποιητών μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, σε ολόκληρη την εποχή των χίπις, στα grunge της δεκαετίας του ΄90 και ούτω καθεξής.
Πριν από το κίνημα #metoo (κι εγώ επίσης), οι μοναδικές αμαρτίες που αποκλείστηκαν και δεν χαίρουν εκτίμησης είναι τα καλλιτεχνικά προϊόντα του ναζισμού ή των παιδεραστών (με το δεύτερο να αποτελεί (!) ασθενέστερη αιτία αποκλεισμού) . Η ίδια παλιά κουραστική ερώτηση επιστρέφει: Μπορούμε ακόμα να θαυμάσουμε το έργο αφού ανακαλύψουμε την αλήθεια για την προσωπικότητα του δημιουργού του; Αλλά η αντίστροφη είναι καλύτερο να τεθεί: Έχουμε αγαπήσει τα πολιτιστικά έργα εν μέρει λόγω της προσωπικότητας του δημιουργού του;
Το κίνημα #metoo έχει δεσμευτεί να μεταμορφώσει τις τέχνες και ήδη περιορίζει επαίσχυντες συμπεριφορές. Ωστόσο, απέχουμε πολύ από την ειλικρίνεια σχετικά με το τι κάνει ο πολιτισμός και ποιον κρίνουμε ως σπουδαίο και γιατί. Όλο αυτό το ψεύδος όμως, φωτίζει μια διαρκή αλήθεια: Η τέχνη κατέχει έναν τόσο ζωτικό ρόλο για εμάς που είμαστε ικανοί να εξαπατούμε τους εαυτούς μας προκειμένου να πιστεύουμε σε εκείνη!
άρθρο του Tom Rachman για το artsy.net, διαβάστε το πρωτότυπο άρθρο εδώ